Πύθιος

Πύθιος
Πῡθῐος (-ίου, -ιον, -ιε; -ίων, -ίοιςι).)
1 Pythian
a adj.,

παρὰ Πύθιον Ἀπόλλωνα O. 14.11

ἀέθλων Πυθίων P. 3.73

Πύθιον ναὸνP. 4.55

στεφάνων Πυθίων P. 10.26

ἐν Πυθίοισι δὲ δαπέδοις κεῖται N. 7.34

μαντεύμασι Πυθίοις I. 7.15

b subs.,
I masc., the Pythian i. e. Apollo.

ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ καὶ σεμνὸν ἀγλααῖσι μερίμναις Πυθίου Θεάριον N. 3.70

λέχει ] κόρα μιγεῖσ' Ὠκεανοῦ Μελία σέο, Πύθι[ε *pa. 9. 43.
bn. pl., Pythian games

ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν N. 2.9


Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Πύθιος — his temple masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πύθιος — α, ο / πύθιος, ία, ον, ΝΑ, κρητ. τ. αρσ. ποίτιος και πύτιος Α [Πυθώ] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Πυθώ, τη χώρα γύρω από τους Δελφούς τής Φωκίδας, δελφικός 2. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Πυθία, στον Πύθιο Απόλλωνα ή στα Πύθια,… …   Dictionary of Greek

  • πύθιος — α, ο βλ. πυθικός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Πυθιᾶν — Πύθιος his temple masc/fem gen pl (doric) Πῡθιᾶν , Πυθία Pythia fem gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πυθίαις — Πύθιος his temple fem dat pl Πῡθίαις , Πυθία Pythia fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πυθίαισι — Πύθιος his temple fem dat pl (epic ionic aeolic) Πῡθίαισι , Πυθία Pythia fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πυθίη — Πύθιος his temple fem nom/voc sg (epic ionic) Πῡθίη , Πυθία Pythia fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πυθίην — Πύθιος his temple fem acc sg (epic ionic) Πῡθίην , Πυθία Pythia fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πυθίης — Πύθιος his temple fem gen sg (epic ionic) Πῡθίης , Πυθία Pythia fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πυθίους — Πύθιος his temple masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πύθιαι — Πύθιος his temple fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”